καταληθομαι

καταληθομαι
    καταλήθομαι
    κατα-λήθομαι
    (только 3 л. pl. praes. καταλήθονται) совершенно забывать
    

(θανόντων Hom.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "καταληθομαι" в других словарях:

  • καταλήθομαι — (Α) (αποθ.) λησμονώ εντελώς. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + λήθομαι, μεταπλασμένος τ. τού λανθάνομαι «λησμονώ»] …   Dictionary of Greek

  • κατέλαθεν — καταλήθομαι forget utterly aor ind act 3rd sg κατέλᾱθεν , καταλήθομαι forget utterly imperf ind act 3rd sg (doric) κατελαύνω drive down aor ind pass 3rd pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταλελησμένοι — καταλήθομαι forget utterly perf part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταλήθοντ' — καταλήθοντα , καταλήθομαι forget utterly pres part act neut nom/voc/acc pl καταλήθοντα , καταλήθομαι forget utterly pres part act masc acc sg καταλήθοντι , καταλήθομαι forget utterly pres part act masc/neut dat sg καταλήθοντι , καταλήθομαι forget …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταλλάσειν — καταλλά̱σειν , καταλήθομαι forget utterly fut inf act (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκαταλλάσων — ἀπό , κατά λάζω fut part act masc nom sg ἀποκαταλλά̱σων , ἀπό καταλήθομαι forget utterly fut part act masc nom sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»